- λαβατέρα
- (Lavatera). Γένος φυτών της οικογένειας malvaceae. Είναι ποώδες φυτό, διετές ή πολυετές, το ύψος του οποίου ποικίλλει και μπορεί να φτάσει σε αρκετά μέτρα. Έχει όρθιο, ισχυρό και ξυλώδη βλαστό. Τα φύλλα του είναι μεγάλα, καρδιοειδή, οδοντωτά, με 5-7 τριγωνικούς λοβούς, με αραιό τρίχωμα στην πάνω επιφάνεια και πυκνό στην κάτω. Τα άνθη του είναι όμορφα, μεγάλα, ροδόχρωμα ή ιώδη και βρίσκονται στις μασχάλες των φύλλων. Η λ. αυτοφύεται σε ξηρούς τόπους και αφθονεί στις ακτές της Μεσογείου. Χρησιμοποιείται ως διακοσμητικό φυτό κήπων και σπιτιών,καθώςκαι ως φαρμακευτικό. Όλα τα μέρη του θεωρούνται μαλακτικά, καταπραϋντικά και αποχρεμπτικά. Η ελληνική χλωρίδα περιλαμβάνει εννιά είδη.
* * *ηβοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια μαλβίδες τής οποίας τα είδη που ευδοκιμούν στην Ελλάδα είναι γνωστά ως μολόχες.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. lavatera < νεολατ. lavatera < επώνυμο τού Ελβετού βοτανολόγου τού 17ου αιώνα V. R. Lavater].
Dictionary of Greek. 2013.